Οι τιμές στο κέντρο της Αθήνας και τις γειτονιές

Tου Βασίλη Σ. Κανέλλη, στην Ημερησία

Με… δύο ταχύτητες κινείται η αγορά ακινήτων στο κέντρο της Αθήνας και με τις τιμές να βρίσκονται σε δύο διαφορετικά επίπεδα. Από τη μια οι περιοχές που έχουν μετατραπεί σε γκέτο, απαξιωμένες, με παλαιές πολυκατοικίες και παντελή έλλειψη σχεδίου για αναπλάσεις. Από την άλλη, ορισμένες γειτονιές που διαθέτουν ακίνητα πανάκριβα και άλλες οι οποίες αναγεννώνται από τις στάχτες τους κυρίως χάρη σε μεγάλα οικιστικά συγκροτήματα που προωθούν ιδιωτικές εταιρείες.

Ετσι, μέσα σε πολύ κοντινή απόσταση μπορεί να βρει κανείς καινούργια κατοικία που κοστίζει 10.000 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο αλλά και επίσης νεόδμητο διαμέρισμα με 1.500 ευρώ/τ.μ. Χαρακτηριστικά αναφέρουν παράγοντες της αγοράς ότι τα τελευταία χρόνια ο Κολωνός απομακρύνθηκε ιδιαίτερα από το… Κολωνάκι και η διαφορά μεταξύ νεόδμητων κατοικιών στις δύο περιοχές είναι χαώδης.

Πάντως, οι ειδικοί εκτιμούν ότι οι αλλαγές είναι συνεχείς και ραγδαίες και αρκεί ένα γεγονός, μια ανάπλαση ή μια επένδυση για να αλλάξει την εικόνα ολόκληρης γειτονιάς. Κλασσικό παράδειγμα είναι η λειτουργία του Μουσείου της Ακρόπολης. Μέσα σε λίγους μήνες η περιοχή κάτω από τον ιερό βράχο έγινε ανάρπαστη, ιδιαίτερα για τα επαγγελματικά ακίνητα. Η κίνηση αυξήθηκε κατακόρυφα και οι έμποροι της περιοχής κάνουν χρυσές δουλειές από τον κόσμο που φτάνει για να επισκεφθεί το Μουσείο. Παράλληλα, αύξηση κατά 50% καταγράφεται και στη ζήτηση για διαμερίσματα στη γύρω από την Ακρόπολη περιοχή, και ιδιαίτερα σε Κουκάκι, Μακρυγιάννη αν και εδώ και πολλά χρόνια όποιο σπίτι είχε… παράθυρο προς τον Παρθενώνα ήταν σκέτο χρυσάφι.

Η προσδοκία

Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η προσδοκία και μόνο του μουσείου εκτόξευσε στα ύψη τις τιμές των ακινήτων. Για σπίτια στην περιοχή του Μακρυγιάννη και στο Κουκάκι ακούγονται τιμές πάνω από 4.000 ευρώ το τετραγωνικό ενώ όσα έχουν θέα στο Μουσείο ή στην Ακρόπολη βγαίνουν στην κυριολεξία σε… πλειστηριασμό. Οι τιμές που έχουν ακουστεί για παλαιές οικίες πάνω στην πεζοδρομημένη Διονυσίου Αρεοπαγίτου ξεπερνούν τα 10.000 ευρώ/τ.μ. ενώ για παλαιά νεοκλασικά έχουν υπογραφεί συμβόλαια με ποσά πάνω από 3-4 εκατ. ευρώ.

Η περιοχή τείνει να γίνει το νέο… Κολωνάκι του κέντρου με πολύ ακριβά ακίνητα και πολλούς γνωστούς Αθηναίους με χρήματα να αγοράζουν όσο – όσο. Σε κάθε περίπτωση, το ιστορικό κέντρο της Αθήνας επανέρχεται στο προσκήνιο για υποψήφιους αγοραστές σπιτιών ή καταστηματάρχες που βλέπουν ότι θα γίνουν «χρυσές δουλειές» τα επόμενα χρόνια.

Εκτός από την περιοχή του Μεταξουργείου και το Κουκάκι, τρεις ακόμη γειτονιές του κέντρου κλέβουν την παράσταση στην αγορά κατοικίας. Το Θησείο, παραδοσιακή δύναμη της κτηματαγοράς, διαθέτει παλαιά, ανακαινισμένα σπίτια τα οποία πωλούνται σε τιμές που ξεπερνούν τα 3.200 ευρώ/.τμ. αλλά υπάρχουν και μεταχειρισμένα σε κακή κατάσταση από 1.300 ευρώ/τ.μ. Ο Κεραμεικός, παρ’ ότι τα σχέδια ανάπλασης και δημιουργίας μιας γειτονιάς του πολιτισμού και των γραμμάτων έχουν καθυστερήσει, είναι από τις περιοχές οι οποίες προσελκύουν νέους επενδυτές. Τα νεόδμητα σπίτια ξεπερνούν τα 2.500 ευρώ/τ.μ.

Στο κέντρο δεσπόζει φυσικά το Κολωνάκι και η ευρύτερη περιοχή του Λυκαβηττού όπου η έλλειψη οικοπέδων έχει εκτινάξει στα ύψη τις τιμές των κατοικιών. Παλαιά διαμερίσματα με θέα πωλούνται πάνω από 1 εκατ. ευρώ ενώ ότι καινούργιο βγαίνει στην αγορά προς πώληση γίνεται ανάρπαστο ακόμη κι αν κοστίζει κοντά στα 8.000 ευρώ/τ.μ. Την έκπληξη κάνουν και περιοχές που δεν είναι… συνυφασμένες με την ανάπτυξη, όπως το Μεταξουργείο και ο Βοτανικός. Στην πρώτη περίπτωση γίνονται προσπάθειες για αναπλάσεις και κατασκευή νέων κατοικιών που θα προσελκύσουν κόσμο. Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και ο όμιλος ΓΕΚ – ΤΕΡΝΑ ο οποίος ολοκλήρωσε συγκρότημα 40 πολυτελών κατοικιών στην οδό Μυλλέρου. Το συγκρότημα των 6.500 τ.μ. βραβεύτηκε πρόσφατα με το «Βραβείο του Καλύτερου Πραγματοποιημένου Έργου των ετών 2007 – 2009» της διεθνούς επιθεώρησης αρχιτεκτονικής «Δομές».

Από την άλλη, ο Βοτανικός αποτελεί το μεγάλο στοίχημα της κτηματαγοράς. Οι τιμές των ακινήτων έχουν διπλασιαστεί μόνο με την προσδοκία της ανάπλασης και τα καινούργια διαμερίσματα πωλούνται κατά μέσο όρο γύρω στα 2.500 ευρώ/τ.μ. Στην περιοχή, και συγκεκριμένα δίπλα στον πολυχώρο Αθηναΐς ο όμιλος Μαμιδάκη κατασκευάζει συγκρότημα πολυτελών Lofts, το «Αthinais Τower Lofts», το οποίο περιλαμβάνει συνολικά 72 «έξυπνα σπίτια» με μεγάλες βεράντες και κόστος που μπορεί να ξεπερνά τα 5.000 ευρώ/τ.μ. Υπάρχει βέβαια και το Thission Lofts στην οδό Πειραιώς στο Θησείο το οποίο είναι επίσης ένα συγκρότημα με 19 πολυτελή σπίτια.

Η απαξίωση

Η άλλη πλευρά του… Ιανού στο κέντρο της Αθήνας είναι αποκρουστική για πολλούς. Περιοχές – γκέτο, γειτονιές που έχουν υποβαθμιστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε πολλές πολυκατοικίες και ισόγεια καταστήματα να είναι άδεια επί χρόνια. Μόνο οικονομικοί μετανάστες και παράνομοι αλλοδαποί κινούνται στις περιοχές όπως κάτω από το Δημαρχείο, στον Κολωνό, ορισμένα σημεία στο Μεταξουργείο, στην περιοχή κάτω από την Ομόνοια, στον πλατεία Βικτωρίας, τον Αγιο Παντελεήμονα, την πλατεία Αμερικής. Η εικόνα του χάους έχει διώξει τους περισσότερους Ελληνες οι οποίοι ενοικιάζουν τα παλαιά διαμερίσματά τους σε ξένους ενώ πολλοί μετανάστες είναι πλέον ιδιοκτήτες σπιτιών, και ευτυχώς διότι θα είχαν μετατραπεί πολλά κτίρια σε φαντάσματα. Ακόμη και καινούργια διαμερίσματα πωλούνται 1.200 ευρώ/τ.μ. ενώ οι κατώτερες τιμές στις παραπάνω περιοχές μπορεί να φτάσουν τα 700 ευρώ/τ.μ.

Ο κρυφός πόλεμος της κτηματαγοράς στο Μεταξουργείο

Οι περιοχές γύρω από την Ομόνοια και την οδό Πειραιώς μαγνητίζουν τους Αθηναίους που σιγά σιγά επιστρέφουν στο κέντρο.

Του Προκόπη Γιογιακά, στα Νέα

«Πουθενά αλλού στο κέντρο της Αθήνας δεν μπορείς να βρεις τόσο μεγάλους χώρους σε λογικές τιμές. Εδώ υπάρχει ακόμη η έννοια της γειτονιάς και έχεις τα πάντα στα πόδια σου χωρίς να χρειάζεσαι να χρησιμοποιείς αυτοκίνητο». Η 43χρονη Ρεβέκκα Καμχή διατηρεί γκαλερί επί της οδού Λεωνίδου 9 στο Μεταξουργείο. Στον ίδιο χώρο τού παλιού νεοκλασικού στεγάζεται και ο χώρος όπου μένει. «Μου αρέσει ο φοίνικας που υπάρχει στην εσωτερική αυλή όπου παίζει η 5χρονη κόρη μου, τα κεραμίδια στη σκεπή. Το Μεταξουργείο έχει πολλά άδεια ανεκμετάλλευτα κτίρια, έχει καλή ρυμοτομία και δεν είναι μπουκωμένο, όπως άλλες περιοχές της Αθήνας. Βέβαια, δεν είναι όλα ρόδινα. Υπάρχουν πολλοί οίκοι ανοχής με ό,τι αυτό συνεπάγεται, αλλά και πολλοί άνεργοι…». 

tanea1

Στην περιοχή, η αξία των ακινήτων εκτινάχθηκε στα ύψη την τελευταία πενταετία. Από 1.700 έως 1.800 ευρώ το τετραγωνικό που πωλούνταν τα διαμερίσματα το 2003 σήμερα έφτασαν τα 2.500- 4.000. «Αντίφαση» είναι η λέξη που χαρακτηρίζει το σύγχρονο Μεταξουργείο. Τα παλιά σπίτια με τις αυλές μπερδεύονται με τις μαρκίζες των θεάτρων, τους οίκους ανοχής, τα κινέζικα εστιατόρια και μαγαζιά, που δίνουν το δικό τους ιδιαίτερο στίγμα στην περιοχή και, τις υπερσύγχρονες κατοικίες. Λίγα μέτρα πιο κάτω από την γκαλερί της κ. Καμχή, στο τετράγωνο που περικλείεται από τους δρόμους Μυλλέρου-Γερμανικού- Μαραθώνος- Λεωνίδου, σε απόσταση 800 μέτρων από την Ομόνοια, κατασκευάζεται ένα τετραώροφο συγκρότημα με 40 διαμερίσματα (από 60 έως 195 τετραγωνικά μέτρα) που κοστίζουν από 230.000 έως 850.000 ευρώ. Το συγκρότημα διαθέτει μεταξύ άλλων βιοκλιματική στέγη, αυτόνομη θέρμανση με φυσικό αέριο και αίθριο. 

Τo Μεταξουργείο και ο Κεραμεικός είναι ένα κράμα φτώχειας, εναλλακτικής κουλτούρας και ελιτίστικης αισθητικής. Κι αυτό, πέρα από τους ανθρώπους, φαίνεται στις κατασκευές. Για την ανέγερση του συγκροτήματος έγινε, όπως λέει στα «ΝΕΑ» η αρχιτέκτων (εκπρόσωπος της εταιρείας στην επιτροπή αξιολόγησης) κ. Μαρία- Ρίτα Κάμπα, «για πρώτη φορά σε ιδιωτικό έργο ευρωπαϊκός αρχιτεκτονικός διαγωνισμός με 102 συμμετοχές». 

Ένας από αυτούς που αγόρασαν κατοικία στο συγκρότημα είναι και ο 70χρονος αρχιτέκτονας κ. Κυριάκος Κυριακίδης που μένει στο Χαλάνδρι. «Έχει ανοίξει πλέον ο δρόμος για την επιστροφή στο κέντρο. Εδώ υπάρχει η αίσθηση της γειτονιάς», λέει. «Το κέντρο ποτέ του δεν έχασε την αισθητική και την κουλτούρα του».

«Κρυφός χάρτης». Τον νέο κρυφό χάρτη της κτηματαγοράς διαμορφώνουν σήμερα το Μεταξουργείο, του Ψυρή, ο Βοτανικός, το Γκάζι, ο Κεραμεικός. Την εξάδα συμπληρώνει δειλά δειλά και η Ακαδημία Πλάτωνος, με μεγάλο ατού την εδώ και χρόνια σχεδιαζόμενη ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων που αναμένεται να δώσει το περισσότερο πράσινο από τις υπόλοιπες πέντε περιοχές. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στην Ακαδημία Πλάτωνος πριν από 5 χρόνια τα διαμερίσματα πωλούνταν γύρω στα 2.200 ευρώ το τετραγωνικό και σήμερα πωλούνται από 2.800 έως 3.000. Πόλο έλξης για την ανάπτυξη της κατοικίας σε αυτές τις περιοχές αποτελούν και οι σταθμοί του Μετρό. Όπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» η επικεφαλής της Μονάδας Υποστήριξης και Αξιολόγησης (ΜΥΑ) του Δήμου Αθηναίων τοπογράφος κ. Τασία Λαγουδάκη, «οι νέες περιοχές του κέντρου που έχουν όλες τις προοπτικές για τη δημιουργία κατοικίας απλώνονται μεταξύ των δυο κέντρων της Αθήνας: του νέου επιχειρηματικού που δημιουργείται στον Ελαιώνα και του ιστορικού που θα αλληλοσυμπληρώνονται. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η σχεδιαζόμενη από τον δήμο πεζοδρόμηση της οδού Αθηνάς, αλλά και η χρησιμοποίηση υλικών στους υπό ανάπλαση δρόμους με μικρή απορροφητικότητα της ηλιακής ενέργειας προκειμένου να αλλάξει το μικροκλίμα της περιοχής». 

Σχέδιο αξιοποίησης. Την ίδια ώρα, στον Δήμο Αθηναίων επεξεργάζονται σχέδιο (θα ανακοινωθεί τον ερχόμενο μήνα) για την αξιοποίηση των εγκαταλελειμμένων κτιρίων στο Μεταξουργείο και του Ψυρρή ελαχιστοποιώντας έτσι την γραφειοκρατία που αποτρέπει τώρα τους ιδιοκτήτες να κάνουν την παραμικρή επένδυση για την ανακαίνισή τους. Σήμερα, έχουν καταγραφεί 211 εγκαταλελειμμένα σπίτια στο Μεταξουργείο και 110 στου Ψυρρή. 

Η ανασφάλεια έδιωξε τους κατοίκους

O κ. Παναγιώτης Γεωργακόπουλος, πρώην πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Ελλάδας, επισημαίνει ότι «εξαιτίας της ανασφάλειας που υπάρχει από την ελλιπή αστυνόμευση σε πολλές περιοχές του κέντρου, το πρώτο κύμα της επιστροφής σταμάτησε πριν από περίπου 4 χρόνια. Τότε, πολλές κατασκευαστικές εταιρείες αγόρασαν πολύ φθηνά οικόπεδα και κτίρια, με συνέπεια σήμερα να πωλούν πολύ ακριβά». Όπως υποστηρίζει η αρχιτέκτων και μέλος του Δικτύου Νομαδικής Αρχιτεκτονικής κ. Ελένη Τζιρτζιλάκη, «η φυσιογνωμία του κέντρου αλλάζει βίαια από τα παιχνίδια του real estate, με συνέπεια να μετατρέπεται περιοχή για λίγους. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και όλη η ιστορία για το αν είναι επικίνδυνο ή όχι το κέντρο τη νύχτα από μετανάστες και τοξικομανείς που αποτελούν τις κύριες αιτίες απομάκρυνσης πολλών κατοίκων».   

Από τον Δήμο Αθηναίων επισημαίνουν ότι οι μετανάστες ήρθαν στο κέντρο με τη μαζική έξοδο- κυρίως τη δεκαετία του ΄90-των Αθηναίων προς τα προάστια, αφού βρήκαν φθηνά σπίτια. «Η μόνη λύση να λυθεί η παραβατικότητα είναι να γυρίσει ο κόσμος στο κέντρο και να φωταγωγηθούν οι γειτονιές», συμπληρώνει η κ. Τασία Λαγουδάκη. 

Η οικονομία προδιαγράφει το πολεοδομικό μοντέλο

Σύμφωνα με τον αντιπρύτανη του ΕΜΠ, καθηγητή Πολεοδομίας κ. Γιάννη Πολύζο, «η οικονομία είναι αυτή που σήμερα δημιουργεί τις κατάλληλες- ή αναγκαίες συνθήκες- για την επιστροφή της κατοικίας στην πόλη». Όπως λέει: «Τη δεκαετία τού ΄80, που όλοι έφευγαν για τα προάστια, χρειαζόμουν 15 λεπτά για να φθάσω από το Σύνταγμα στα Μελίσσια, όπου μένω.   

Σήμερα, θέλω τουλάχιστον μία ώρα. Έτσι, ο κόσμος λαμβάνει υπόψη του την απώλεια χρόνου, τα ατελείωτα μποτιλιαρίσματα, την αύξηση της τιμής της βενζίνης και βρίσκει πιο συμφέρον να μένει στο κέντρο και να κινείται με τα πόδια». 

Η αρχή έγινε από τα παλιά βιομηχανικά κτίρια- και αποθήκες- που μπήκαν στο στόχαστρο των επενδυτών στην αγορά ακινήτων. 

Μετράπηκαν σε σύγχρονα loft και μοσχοπουλιούνταιακόμη και έως 8.000 το τετραγωνικό (!)- κυρίως σε εργένηδες, ζευγάρια χωρίς παιδιά- επειδή διαθέτουν μόνο ένα υπνοδωμάτιο- και καλλιτέχνες. Τώρα, η επιστροφή αρχίζει σιγά σιγά να αφορά και οικογένειες, γι΄ αυτό και κατασκευάζονται συγκροτήματα με κλασικές κατοικίες και όχι μόνο με lofts, όπως γινόταν μέχρι πρότινος. Όπως εξηγούν στελέχη κατασκευαστικών εταιρειών «για να προσελκύσεις κόσμο και να έχεις κέρδος πρέπει να πουλήσεις ένα ιδιαίτερο προϊόν. Έτσι εξηγούνται οι υπερκατασκευές μέσα στις φτωχές γειτονιές. Όμως η… τρέλα κοστίζει, γι΄ αυτό και είναι τόσο ακριβά». Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αθήνας κ. Γιάννη Ρεβύθη «οι τιμές πλέον είναι εξωπραγματικά υψηλές και, παρά το γεγονός ότι όλοι φωνάζουν, δεν πέφτουν».