Η Chinatown της Αθήνας… ετοιμάζει βαλίτσες

Της Μάχης Τράτσα, στο Βήμα

Το επονομαζόμενο «Μέγαρο Μυλλέρου» στην οδό Αγησιλάου, αποκαλούμενο «Chinatown» από τους ίδιους τους Κινέζους, καλύπτει ένα οικοδομικό τετράγωνο και συγκεντρώνει χρήσεις κατοικίας, αλλά και εμπορικές

Λίγο μετά τη μία το μεσημέρι, στην Chinatown του Μεταξουργείου, ένας νεαρός Κινέζος διανέμει πακέτα με φαγητό στα καταστήματα των συμπατριωτών του. Είναι η ώρα που τα κινεζικά μαγαζιά ρούχων, υποδημάτων, μικροεπίπλων, παιχνιδιών, ειδών σπιτιού κ.λπ., τα οποία κυριαρχούν σε μια έκταση 17 οικοδομικών τετραγώνων, μυρίζουν τζίντζερ και σησαμέλαιο. Η κινεζική γειτονιά της Αθήνας, η οποία περικλείεται από τις οδούς Θερμοπυλών, Λεωνίδου, Κολωνού και Πειραιώς, εμφανίζεται δυναμική, αν και σημαντικά «λαβωμένη» και αυτή από την οικονομική κρίση.

Περί τις 150 με 200 κινεζικές επιχειρήσεις συνολικά δραστηριοποιούνται σήμερα στην περιοχή της Ομόνοιας, ωστόσο όπως λέει στο «Βήμα» ο κ. Γουάνγκ Πενγκ, εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας «China-Greece Times», τον τελευταίο χρόνο έχει μπει λουκέτο σε περίπου 30% εξ αυτών. Οι Κινέζοι εγκαταλείπουν άρον-άρον την Αθήνα και επιστρέφουν στην Κίνα ή αναχωρούν για τη Νότια Αφρική ή τη Βραζιλία όπου υπάρχει ακόμη χώρος για επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Αν και η κινεζική μετανάστευση αποτελεί πολύ πρόσφατο φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο, η πρώτη εθνοτική κινεζική γειτονιά στο Μεταξουργείο εμφανίζεται ομοιογενής και κινείται στα πρότυπα των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων Chinatowns.

Η παρουσία των κινέζων εμπόρων στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα στην Αθήνα, γίνεται ιδιαίτερα αισθητή από τις αρχές του 2000 και εξής, όταν διαμορφώνονται οι πρώτοι αυτάρκεις εμπορικοί θύλακοι. Ωστόσο σήμερα «η οικονομική και κοινωνική «ισορροπία» των πρώτων χρόνων ανατρέπεται, καθώς η οικονομική κρίση δεν αφήνει ανεπηρέαστο ούτε αυτό το ιδιαίτερο μεταναστευτικό ρεύμα» αναφέρει η κοινωνιολόγος κυρία Ιρις Πολύζου, η οποία εκπονεί τη διδακτορική διατριβή της σχετικά με την κινεζική μετανάστευση στην Αθήνα. Η εργασία της αποτελεί μέρος του ερευνητικού προγράμματος «Μεταλλασσόμενοι χαρακτήρες και πολιτικές στα κέντρα πόλης Αθήνα και Πειραιά», με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή ΕΜΠ κ. Παναγιώτη Τουρνικιώτη.

Μέσα στο 2011 υπολογίζεται ότι τρεις στους δέκα Κινέζους εγκατέλειψαν τη χώρα μας είτε διότι έχασαν την εργασία τους είτε γιατί αναγκάστηκαν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους. «Στις αρχές του 2010, και ενώ η κρίση είχε ήδη πλήξει την Ελλάδα, οι κινεζικές επιχειρήσεις παρουσίαζαν αυξημένα κέρδη. Κι αυτό διότι τα προϊόντα ήταν φθηνά και οι Ελληνες στράφηκαν σε αυτά. Οσο όμως η κρίση βάθαινε οι πελάτες χάθηκαν και από τα κινεζικά καταστήματα» τονίζει ο κ. Πενγκ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), το διάστημα 2005 – 2010 στον Δήμο Αθηναίων προκύπτει αισθητή πτώση του αριθμού των νέων κινεζικών επιχειρήσεων, κυρίως μετά το 2008. Υστερα από περίπου μία δεκαετία στην Ελλάδα και ενώ οι πρώτοι κινέζοι μετανάστες άρχιζαν να ξεπερνούν τα πρώτα δύσκολα χρόνια της μετανάστευσης, «τους «χτύπησε» η οικονομική κρίση» υποστηρίζει ο κινέζος δημοσιογράφος.

Μη αναστρέψιμη

Περισσότερο έχουν πληγεί οι κινεζικές επιχειρήσεις που απευθύνονται πρωτίστως σε έλληνες λιανοπωλητές. Ο κ. Λιν Σέντζεν διατηρούσε από το 2004 κατάστημα χονδρεμπορίου υφασμάτων στην περιοχή. Το 2010 όμως πήρε τη δύσκολη απόφαση να κατεβάσει ρολά και να επιστρέψει στην Κίνα. Ο τζίρος του συρρικνώθηκε καθώς απευθυνόταν κυρίως σε έλληνες λιανεμπόρους. Παρά τη στήριξη των συμπατριωτών του η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη.

Σε δυσμενή θέση όμως βρίσκονται και όσοι Κινέζοι ήρθαν στην Ελλάδα την τελευταία πενταετία, δεν είχαν προλάβει να δημιουργήσουν τη δική τους δουλειά και εργάζονταν σε επιχείρηση ομοεθνούς τους. Οπως εξηγεί η κυρία Πολύζου, «λειτουργούν πολλαπλά εθνοτικά δίκτυα προσφέροντας άτυπη δανειοδότηση, χωρίς τη διαμεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος».

Το ανδρόγυνο Σιάο και Λι εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα στο τέλος της «χρυσής» πενταετίας (2000-2005) για το κινεζικό εμπόριο. Τα πρώτα χρόνια εργάζονταν και οι δύο. Σήμερα η σύζυγος είναι συνιδιοκτήτρια καταστήματος λιανικής πώλησης ενώ ο κ. Λι βρίσκεται σε αναζήτηση νέας δουλειάς. Οπως αναφέρουν, θα παραμείνουν για άλλα ένα-δύο χρόνια στην Ελλάδα και αν δεν βελτιωθεί η κατάσταση θα επιστρέψουν στην Κίνα.

Απογοητευμένο δηλώνει και άλλο ένα ζευγάρι Κινέζων που διατηρεί κατάστημα με ρούχα επί της πλατείας Κουμουνδούρου. Εφθασαν στην Ελλάδα προ εξαμήνου και η σύζυγος διανύει σήμερα το τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης της. «Δεν έχει κίνηση και το ενοίκιο είναι τεράστιο. Δίνουμε 1.600 ευρώ για ελάχιστα τετραγωνικά» λέει. Το ίδιο θέμα θίγει και ο γείτονάς της, ο οποίος διατηρεί κατάστημα γενικού εμπορίου και πληρώνει ενοίκιο 3.500 ευρώ τον μήνα. Οπως υπογραμμίζει, «είναι πολύ ακριβό το ενοίκιο για μια τέτοια περιοχή».

Δίχτυ ασφαλείας

Υπάρχουν ωστόσο και διαφορετικές ιστορίες. «Για την οικογένεια Σου, την οποία γνώρισα κατά τη διάρκεια της έρευνας, ο ισχυρός παράγοντας της κοινωνικής δικτύωσης λειτούργησε σταθεροποιητικά για την επιχείρησή τους» σημειώνει η κυρία Πολύζου.

Τα πρώτα μέλη της οικογένειας Σου ήρθαν στις αρχές του 2000 μέσω Ιταλίας και άνοιξαν δύο καταστήματα στην Αθήνα, το ένα με είδη ένδυσης και το άλλο με είδη αξεσουάρ, στις οδούς Αγησιλάου και Ιάσονος αντιστοίχως. «Σήμερα παραμένει ανοιχτό μόνο το πρώτο, χωρίς υπαλλήλους, λειτουργώντας αποκλειστικά με τα μέλη της διευρυμένης οικογένειας Σου. Η επιστροφή στην Κίνα δεν αποτέλεσε πιθανή διέξοδο» σημειώνει η κυρία Πολύζου. «Μοναδική προοπτική, η οποία γρήγορα εγκαταλείφθηκε, ήταν η εγκατάσταση της επιχείρησης στην Ιταλία, με την οποία συνεχίζουν να συνδέονται πολλά μέλη της οικογένειας» σημειώνει η κυρία Πολύζου.

Η πλειονότητα των Κινέζων που ζουν στην Ελλάδα – υπολογίζονται σε περίπου 20.000 άτομα – προέρχονται από τις παράκτιες ανατολικές επαρχίες Τζετζιάνγκ και Φουτζιάν. Οι περισσότεροι, όπως αναφέρει ο κ. Πενγκ, είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και μιλούν ελάχιστα ελληνικά. «Αυτό είναι και το κύριο πρόβλημά τους: η γλώσσα και κατ’ επέκταση η επικοινωνία. Τελευταία όμως οι εμπορικές επιχειρήσεις τους γίνονται και στόχος κακοποιών. Τα κρούσματα είναι πλέον καθημερινά. Γι’ αυτό αναγκάζονται να κλείνουν τα μαγαζιά τους προτού σουρουπώσει» καταγγέλλει ο δημοσιογράφος, ο οποίος επισημαίνει ότι υπάρχουν σκέψεις να απευθυνθούν σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης.

Στον «σκληρό πυρήνα» της περιοχής

Η… περίκλειστη γειτονιά του «Μεγάρου Μυλλέρου»

Σε πείσμα της κρίσης διατηρείται ακόμη ένας δυνατός πυρήνας της κινεζικής κοινότητας κυρίως στις οδούς Πειραιώς (στο ύψος της πλατείας Κουμουνδούρου), Αγησιλάου και Κεραμεικού.

Επί της οδού Αγησιλάου βρίσκεται και το κεντρικό κτίριο της κινεζικής γειτονιάς, το «Chinatown», όπως το ονομάζουν οι ίδιοι οι Κινέζοι. Γνωστό παλαιότερα ως «Μέγαρο Μυλλέρου», καλύπτει ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και διαρθρώνεται γύρω από ένα κεντρικό αίθριο. Στην πλευρά τής Πειραιώς οι όροφοι του συγκροτήματος έχουν οικιστική χρήση, ενώ προς την Αγησιλάου συγκεντρώνουν κινεζικά καταστήματα χονδρικής πώλησης.

Παράλληλα το κτίριο στεγάζει και άλλες υπηρεσίες που απευθύνονται στα μέλη της κινεζικής κοινότητας, όπως ταξιδιωτικά, δικηγορικά, λογιστικά γραφεία, συλλόγους και τα γραφεία της εφημερίδας «China-Greece Times».

Εκεί βρίσκεται και ένα κινεζικό φροντιστήριο στο οποίο πηγαίνουν τα παιδιά της κοινότητας καθημερινά μετά το ελληνικό σχολείο ώστε να διατηρήσουν την επαφή με τη γλώσσα τους, όπως λέει η δασκάλα τους, η Αννα (είναι το δυτικό της όνομα, το οποίο χρησιμοποιεί για ευκολία αντί για το Λι Φα).

Οι χώροι εστίασης βρίσκονται συνήθως σε όροφο, μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των Δυτικών, και είναι αποκλειστικά για… ντόπιους. Σερβίρουν κινεζικό τσάι, παραδοσιακά πιάτα της κινεζικής κουζίνας αλλά και… καπουτσίνο.

Από την περιοχή δεν λείπουν μικρές εμπορικές επιχειρήσεις και υπηρεσίες, όπως κομμωτήρια, καταστήματα τροφίμων ή αποστολής χρημάτων που απευθύνονται αποκλειστικά σε Κινέζους. Εξω από αυτά κινέζοι έμποροι, μικροπωλητές ή και περαστικοί συγκεντρώνονται για να κουβεντιάσουν ή για να παρακολουθήσουν επί… του πεζοδρομίου όπου βγάζουν τις τηλεοράσεις τους τις εκπομπές του CCTV (China Central Television).

Ορισμένες ημέρες της εβδομάδας οργανώνονται και υπαίθριες λαϊκές αγορές με κινεζικά λαχανικά τα οποία καλλιεργούν οι ίδιοι σε κήπους ή μικρά κτήματα.

Από την περιοχή απουσιάζει ωστόσο παντελώς η αναψυχή ή τουλάχιστον δεν είναι ορατή με την πρώτη ματιά, όπως επισημαίνει η κοινωνιολόγος κυρία Ιρις Πολύζου. Η «περίκλειστη» κοινωνικοοικονομική συγκρότηση της ελληνικής Chinatown προσομοιάζει με εκείνες που συναντάμε στον νοτιοευρωπαϊκό χώρο, όπως στη Ciutat Vella στη Βαρκελώνη.«Διαφοροποιείται όμως σημαντικά με πιο εδραιωμένες στον χρόνο κινεζικές εμπορικές συγκεντρώσεις, όπως είναι αυτές της Chinatown στο Λονδίνο ή του 13ου Διαμερίσματος στο Νότιο Παρίσι» τονίζει η κυρία Πολύζου.

Πάντως, ύστερα από μια δεκαετία εντατικής συγκρότησης, η κινεζική γειτονιά στο Μεταξουργείο έχει αποκτήσει σήμερα έναν διακριτό χαρακτήρα. Τα περισσότερα καταστήματα είναι χονδρικής πώλησης και εξειδικεύονται συνήθως σε ένα είδος.«Εξυπηρετούνται απευθείας από παρακείμενους αποθηκευτικούς χώρους. Είναι πολύ χαρακτηριστική η εικόνα τις βραδινές ώρες ή ακόμη και τις αργίες να μεταφέρονται εμπορεύματα προς πάσα κατεύθυνση σε μεγάλες συσκευασίες με φορτηγά αυτοκίνητα»αναφέρει η κοινωνιολόγος.

Το αθηναϊκό τρίγωνο της αμαρτίας

Του Αχιλλέα Χεκίμογλου, στο Βήμα

ΠΙΑΤΣΕΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ, στέκια ναρκομανών, πάρκα αστέγων, ερωτικά «στούντιο» με «καθαρές κοπέλες» και μαζί τους μια βρώμικη και αφιλόξενη πόλη. Είναι η άλλη Αθήνα: η Αθήνα του περιθωρίου, των απόκληρων, αυτών που ζουν λάθρα, έξω από τον «δικό μας» κόσμο. Είναι αναρίθμητοι, πληθαίνουν και δημιουργούν «αγορές», από τις οποίες καταναλώνουμε δίχως δεύτερη σκέψη. Γυναίκες θύματα του τράφικινγκ, πρεζάκια που τα έχουν χάσει όλα, μετανάστες που κινούνται στο οικονομικό περιθώριο, ανέστιοι, δίχως- στην κυριολεξία- ένα δωμάτιο για να ζήσουν, φοιτήτριες που εκδίδονται για 50-60 ευρώ στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και κορίτσια «ημιπολυτελείας» που βάζουν τον εαυτό τους στο χρηματιστήριο του σεξ- από τα καθαρά «στούντιο» ως τις «βίζιτες» στα κοσμικά μαγαζιά. Αυτό το νέο «μείγμα» απόκληρων και ημιαπόκληρων εξαπλώνεται και κυριαρχεί στη νύχτα της πόλης. Και μαζί τους αναδύονται προστάτες και αφεντικά που ελέγχουν μικρές οικονομίες.

Νύχτα. Τα αυτοκίνητα κορνάρουν ασταμάτητα μέσα στο μποτιλιάρισμα της κεντρικής λεωφόρου. Τα περισσότερα καταστήματα έχουν κλείσει, ενώ άνθρωποι εμφανώς κουρασμένοι περιμένουν υπομονετικά τα τρόλεϊ και τα λεωφορεία. Οικονομικοί μετανάστες επιστρέφουν εξουθενωμένοι από τη δουλειά κουβαλώντας μπόγους. Παιδιά «σχολούν» από τα φροντιστήρια και μιλούν δυνατά στα κινητά, ενώ περίοικοι βγάζουν τα σκυλιά τους νυχτερινή βόλτα. Ολα δείχνουν φυσιολογικά, πλην μιας μικρής «καινοτομίας» που απασχολεί όλο και περισσότερο τους κατοίκους της περιοχής. Η λαϊκή, εμπορική και ιστορική Πατησίων από το ύψος της πλατείας Κολιάτσου έως σχεδόν την πλατεία Βικτωρίας έχει αποκτήσει μία ακόμη οικονομική δραστηριότητα: την πορνεία.

Με το κλείσιμο των καταστημάτων της Πατησίων σε μια ακτίνα χιλιομέτρων εξαπλώνονται δεκάδες κορίτσια και γυναίκες από την Αφρική, οι οποίες εκδίδονται αντί πινακίου φακής. Το φαινόμενο είναι καινοφανές, συζητείται όλο και περισσότερο και ουδείς γνωρίζει επακριβώς τις ρίζες και τους μηχανισμούς του.

Το ξημέρωμα τις δέρνουν

«Μόλις κλείσει η αγορά, τις βλέπω τις κοπέλες που εμφανίζονται. Είναι μικρές και τις λυπάμαι- είναι αμαρτία αυτό που γίνεται. Ακούω το ξημέρωμα που τις δέρνουν, αν δεν τους βγάλουν αρκετά λεφτά. Τις πετάνε κάτω στο πεζοδρόμιο, τις πατάνε και τις κλωτσάνε. Κλαίνε οι καημένες». Ετσι διηγείται την καθημερινότητα της νύχτας στην περιοχή ηλικιωμένη κάτοικος της πλατείας Κολιάτσου, η οποία, όπως λέει, φοβάται πια. «Γεννήθηκα το 1932 και θυμάμαι τη φτώχεια και την απανθρωπιά της Κατοχής. Δυστυχώς, τέτοιες εικόνες εξαθλίωσης βρίσκονται και πάλι έξω από τα σπίτια μας. Κάναμε μια καλή ζωή, μεγαλώσαμε και σπουδάσαμε τα παιδιά μας καιαν είναι δυνατόντώρα στα γεράματα να ξαναβλέπουμε τέτοιες εικόνες καταπίεσης» συμπληρώνει σχεδόν δακρύζοντας η παλαιά κάτοικος των Πατησίων.

Λίγο πιο κάτω, μπροστά από θρυλικές οικοδομές-μνημεία της αρχιτεκτονικής του 20ού αιώνα οι μαραμένοι φοίνικες προδίδουν ότι εκεί κάποτε υπήρχε μια δόση πολυτέλειας, αντίστοιχης με αυτήν που παρουσίαζε ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος. Ωστόσο η παρακμή της περιοχής επιταχύνεται και από τα νέα φαινόμενα.

«Εδώ βλέπεις ό,τι θες πια. Ολα γίνονται. Και όταν λέμε όλα, εννοούμε όλα. Βλέπεις συχνά εσύ γέρους να “ψωνίζουν” 17χρονα; Εγώ το βλέπω. Αηδία με πιάνει κάθε φόρα που τους αντικρίζω» λέει διανυκτερεύων επαγγελματίας της Πατησίων. Σχεδόν σε κάθε γωνιά νεαρές Αφρικανές περιμένουν πελάτη. Οι περισσότερες περπατούν άλλοτε γρήγορα και άλλοτε αργά. Στην απέναντι πλευρά του πεζοδρομίου καταγράφονται αντίστοιχες κινήσεις από ομάδες ανδρών- και αυτοί Αφρικανοί.

Ο λόγος για τον οποίο οι γυναίκες κινούνται διαρκώς είναι για να αποκρύψουν την πραγματική τους ιδιότητα, αλλά και για να φαίνονται απλώς περαστικές. Μάλιστα, για τους γνωρίζοντες συχνά η «πιάτσα» γίνεται απευθείας από τη στάση των λεωφορείων. Η νύχτα μπορεί να παραπλανήσει. Ούτως ή άλλως, είναι καλά ντυμένες και σε τίποτε δεν θυμίζουν τις συντοπίτισσές τους νοτιότερα, στην Ευριπίδου και στη Σωκράτους.

Συνάντηση με το «αφεντικό»

Λίγο πιο κάτω, προς την πλατεία Αμερικής, γίνεται μια αναπάντεχη συνάντηση. Μέσα από τα στενά ξεπροβάλλει ένας βραχύσωμος, γεροδεμένος και μάλλον πλατυκέφαλος Αφρικανός. Φοράει σκούρο λαμέ κοστούμι, χρυσό βραχιόλι και καδένα, και λουστραρισμένα απαστράπτοντα σκαρπίνια. Φαίνεται ότι είναι το «αφεντικό», αφού περιστοιχίζεται από ψηλούς «φουσκωτούς», οι οποίοι κοιτούν απειλητικά.

Ανάβει πούρο, μιλάει γλώσσα ακαταλαβίστικη, δίνει εντολές και τα κορίτσια «αναδιατάσσονται» σε άλλα σημεία της Πατησίων, νοτιότερα. Οι «φουσκωτοί» περνούν το μήνυμα στους παρατρεχάμενους και αυτοί με τη σειρά τους φεύγουν με βήμα ταχύ προς τις γυναίκες. Ολοι κινούνται πάνω- κάτω. Επειτα από λίγο εμφανίζεται ένα περιπολικό της Αστυνομίας. Οι αστυνομικοί κόβουν ταχύτητα, βλέπουν (και προφανώς ξέρουν) τι γίνεται, όμως ουδέν μεμπτό συμβαίνει επί του παρόντος στην Πατησίων. Το περιπολικό επιταχύνει, ανάβει τη σειρήνα και φεύγει. Και η πιάτσα συνεχίζεται ως το πρωί και όποια δεν μαζέψει το χρήμα θα τιμωρηθεί με άγριο ξύλο. Από ένα διερχόμενο αυτοκίνητο ακούγεται δυνατά το ρεφρέν από τις Τρύπες: «Είναι παράξενη αυτή η πόλη». Επεσε μέσα.

Το βράδυ στο κέντρο της πόλης, μετά το κλείσιμο της αγοράς, εμφανίζονται σιγά σιγά στα πεζοδρόμια γυναίκες κάθε είδους: μετανάστριες, νεόπτωχες, φοιτήτριες, τοξικομανείς. Στο τέρμα της Σόλωνος γύρω στις 12 το βράδυ μια πολύ μικρή πιάτσα είναι γεμάτη από νεαρές κοπέλες. «Οι περισσότερες από αυτές είναι φοιτήτριες και χρεώνουν 50-60 ευρώ. Είναι Ελληνίδες, “καθαρές”- κάποιες πολύ όμορφες- και το κάνουν για τα λεφτά. Μάλιστα, έχουν και ανταγωνισμό με τις ξένες στην Καποδιστρίου, οι οποίες είναι αρκετά πιο οικονομικές και τους κλέβουν την πελατεία» σημειώνει τακτικός «επισκέπτης» των κοριτσιών. «Είναι καλά κορίτσια» συμπληρώνει.

Οι πιάτσες του νυχτοκάματου

Στη Σόλωνος, προς την πλευρά της Χαριλάου Τρικούπη, σποραδικά εμφανίζονται και μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες, οι περισσότερες εκ των οποίων Ελληνίδες, οι οποίες και αυτές με τη σειρά τους κυνηγούν το «νυχτοκάματο». Αλλωστε, η οικονομική κρίση έχει αυξήσει κατακόρυφα τις σχετικές αιτήσεις στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών.

Λίγο πιο πάνω, στην κακόφημη Καποδιστρίου, από τη μία πλευρά του δρόμου εκδίδονται Αφρικανές, ενώ από την άλλη γυναίκες από τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη. Βορειότερα συγκεντρώνονται τοξικομανείς νεαρές, οι οποίες χρεώνουν ψίχουλα ίσα ίσα για να βρουν τα χρήματα για τη δόση. «Είναι οι αγαπημένες των φτωχών μεταναστών αυτές. Ολο βλέπω Πακιστανούςκαι Ασιάτες να τις ψωνίζουν» λέει «πελάτης» της περιοχής. Και φυσικά, κάποιοι εισπράττουν υπεραξίες, εκμεταλλευόμενες τις γυναίκες. Οι πιάτσες βρίσκονται διάσπαρτες σε όλο το αθηναϊκό κέντρο. Τις νύχτες πίσω και πάνω από την οδό Αισχύλου εκδίδονται νεαροί, οι οποίοι μετεγκαταστάθηκαν εκεί από την πλατεία Ελευθερίας (Κουμουνδούρου). Αρκετά πιο πίσω, στο ύψος του Μεταξουργείου, ανάμεσα σε μεταμοντέρνες γκαλερί, μπαράκια και συναυλιακούς χώρους, βρίσκεται παραδοσιακά εξαπλωμένη άλλη μια ζώνη του σεξ, η οποία μάλιστα εσχάτως έχει δει τις δουλειές της να πέφτουν. «Ασπίδα» προστασίας σε αυτή την κάμψη είναι ωστόσο οι μετανάστες, οι περισσότεροι εκ των οποίων βρίσκονται μόνοι τους στη χώρα μας, με ό,τι αυτό σημαίνει. Το Σαββατοκύριακο, όταν η πόλη χαλαρώνει, μελαψοί Ασιάτες πηγαινοέρχονται με παντόφλες και ελαφρό ντύσιμο για να τσεκάρουν τα «σπίτια», να δουν τις τιμές, αλλά και τα κορίτσια.

«Κερασάκι» στις πιάτσες της πορνείας είναι η τριτοκοσμική κατάσταση της Ευριπίδου, την οποία πια η πόλη έχει συνηθίσει. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί όλα αυτά τα χρόνια, πρόκειται για Νιγηριανές οι οποίες εκβιάζονται για να έρθουν στην Ελλάδα υπό την απειλή βουντού από υπερεθνικά δίκτυα trafficking. Η πρακτική του βουντού συναντάται ευρέως και στην Ισπανία και απασχολεί τις αρχές και εκεί. Αλλες χώρες ωστόσο, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Νορβηγία, οι οποίες είναι και άρτια οργανωμένες με ειδικές υπηρεσίες μετανάστευσης, απορρίπτουν τη θεωρία περί εκβιασμού μέσω βουντού ως υπερβολική.

Οι κοπέλες είναι αναρίθμητες, εκδίδονται με πολύ χαμηλές τιμές, ελάχιστες έχουν κάνει ιατρικές εξετάσεις και βρίσκονται «φυλακισμένες» από τους… προστάτες τους. Ωστόσο αυτό που ομολογούν οι λίγοι άνθρωποι που έχουν ασχοληθεί με αυτή την υπόθεση είναι ότι ο φόβος τους να μιλήσουν και να καταδώσουν στις αρχές τη μαφία που τις εκμεταλλεύεται είναι απείρως μεγαλύτερος από την επιθυμία τους να απελευθερωθούν. Ετσι, λίγες μιλούν και ακόμη πιο λίγες αναγνωρίζονται ως θύματα του trafficking.

Οι απόκληροι της κοινωνίας

Μέρα. Οι πορείες έχουν αδειάσει το κέντρο από δραστηριότητες. Οι τουρίστες και οι επισκέπτες λιγοστοί. Στο Θησείο μια Αφρικανή απλώνει σε ένα ριχτάρι την πραμάτεια της: λίγα ρούχα και λίγα αξεσουάρ. Μια μικρή τσιγγάνα- περίπου 10 χρόνων- πηγαίνει κοντά της για να ζητιανέψει. «Από πού είσαι;» τη ρωτάει. «Από την Αλβανία» απαντά η μικρή. «Και πού είναι οι γονείςσου;» συνεχίζει η Αφρικανή. «Είμαι μόνη μου εδώ και δουλεύω» λέει η μικρή. Η Αφρικανή την παίρνει στο πλάι της και την αγκαλιάζει. Σιωπούν. Ζουν στην ίδια κατάσταση, παγιδευμένες και εγκλωβισμένες ποιος ξέρει από ποιον.

Στην περιοχή του Ψυρρή η ανθρωπογεωγραφία αλλάζει ριζικά. Οι φήμες που ακούγονταν ευρύτατα το καλοκαίρι περί αγοραπωλησιών γης και ακινήτων φαίνεται τελικώς να ευσταθούν. Δρόμοι που ήταν «άβατοι» στο παρελθόν ξαφνικά βρίσκονται καθαροί και φωταγωγημένοι. Το «πρόβλημα» όμως; Απλώς μετατίθεται δυο-τρεις δρόμους πιο κάτω, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Στη Μενάνδρου πολιορκημένοι από τόνους απορρίμματα, που συσσωρεύτηκαν λόγω της απεργίας των υπαλλήλων στην καθαριότητα, εκατοντάδες μετανάστες στήνουν παράνομα παζάρια και πωλούν εν μέσω σκουπιδιών από ζαρζαβατικά έως αρώματα και γυαλιά. Τα προϊόντα είναι τοποθετημένα επάνω σε ρετάλια, ούτως ώστε η «έξοδος» να μπορεί να γίνει εύκολα σε περίπτωση που έρθει η Αστυνομία. Με τόσο πολύ κόσμο επικρατεί πανδαινόμιο.

Πίσω τους τα μικροσκοπικά καταστήματα με τα κινητά είναι ασφυκτικά γεμάτα- η τοποθεσία είναι σημείο αναφοράς των κλεπταποδόχων -, ενώ δεν λείπουν οι βρισιές και οι αντεγκλήσεις. Ανδρες της ομάδας Δέλτα κάνουν την εμφάνισή τους και κάποιοι προλαβαίνουν να μαζέψουν τα πράγματά τους και να φύγουν, ενώ άλλοι μένουν εκεί και τα «ακούνε» από την Αστυνομία, η οποίαπαρά την έντονη παρουσία της, αλλά και τις «σκούπες» της προηγούμενης κυβέρνησης- μάλλον δεν είναι ο κατάλληλος φορέας για να λύσει το πρόβλημα.

Ολα αυτά διαδραματίζονται έξω από το Αmaryllis Ιn, ένα ξενοδοχείο στην οδό Μενάνδρου, σε απόσταση αναπνοής από την ιστορική Διπλάρειο Σχολή της πλατείας Θεάτρου. Δύο αστέρων, μέσα στην ψυχή του κέντρου, με 60 δωμάτια και με ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές, είναι ιδανικό για τους χιλιάδες ανθρώπους του λεγόμενου city break, μιας ταξιδιωτικής συνήθειας που εξαπλώνεται ραγδαία στην Ευρώπη. Με μια μικρή λεπτομέρεια: το Αmaryllis Ιn έβαλε «λουκέτο» και παραπέμπει για κρατήσεις σε άλλο ξενοδοχείο του ομίλου, το οποίο βρίσκεται στη Βερανζέρου. Διόλου τυχαίο, λοιπόν, το ότι- όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο ξενοδοχειακός κλάδος- οι διανυκτερεύσεις έχουν μειωθεί στο μισό από το 1980!

Στην ευρύτερη περιοχή παλαιές βιοτεχνικές επιχειρήσεις έχουν μετατραπεί σε κανονικά εργαστήρια ναρκωτικών. Παρά τη μετεγκατάσταση της Δ΄ Θεραπευτικής Μονάδας του ΟΚΑΝΑ (Σοφοκλέους) στο Νοσοκομείο «Σωτηρία», το εμπόριο συνεχίζεται κανονικά, αφού οι άμεσα ενδιαφερόμενοι γνωρίζουν καλά τις πόρτες που πρέπει να χτυπήσουν. Η απάντηση του κράτους σε όλα αυτά είναι ράθυμη και βραδεία. Το συντονιστικό εκείνο όργανο που θα επιχειρούσε να αναγεννήσει το αθηναϊκό κέντρο απουσιάζει, ενώ η μόνη καλή είδηση έρχεται από αλλού. Σύμφωνα με πληροφορίες, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Νομαρχίας Αθηνών και της Διπλαρείου Σχολής για τη μακροχρόνια ενοικίαση του ιστορικού κτιρίου της πλατείας Θεάτρου από πλευράς Νομαρχίας. Ισως η εγκατάσταση του κράτους στην πιο «διάσημη» πλατεία της Αθήνας σημάνει και μια αρχή για την περιοχή.

Τα «ευυπόληπτα» studio

ΤΑ «ΣΤΟΥΝΤΙΟ» είναι μικρά σπίτια, χωρίς κόκκινο φως στην είσοδό τους, τα οποία «παρέχουν υπηρεσίες»σχεδόν αποκλειστικά σε Ελληνες, με αρκετά υψηλότερες τιμές από τις πιάτσες, αλλά και υπό καλύτερεςσυνθήκες. «Η Α.Σ. (επαγγελματικό ψευδώνυμο) είναι η πιο γνωστή στην πιάτσα. Ολοι πηγαίνουν σε αυτήν. Πλέον χρεώνει 500 ευρώ την ώρα. Εμείς τους λέμε (στο Διαδίκτυο):Μην πηγαίνετε εκεί.Πεντακόσια ευρώ για ένα γαμ…;» σημειώνει τακτικός θαμώνας των «στούντιο».

Τα «στούντιο» εξαπλώνονται σαν τα μανιτάρια σε ολόκληρο το κέντρο, αλλά και στα προάστια. Στο Γκαζοχώρι, κοντά στις γραμμές του τρένου, στην Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και στα στενά της Ιεράς οδού, στη Μεγάλου Αλεξάνδρου και στην Κασσάνδρας, αλλά και στην Πειραιώς, όλο και περισσότερα εγκαινιάζουν τη λειτουργία τους, δείχνοντας μάλιστα τις τάσεις αλλαγής της «αγοράς». Αντίστοιχα, παρόμοια «στούντιο» άνοιξαν εσχάτως στο Κουκάκι, στη Γλυφάδα, στη Φιλαδέλφεια και αλλού.

Ανθρωποι και ποντίκια

ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ Κουμουνδούρου εδώ και χρόνια ζει μαζί με άλλους απόκληρους ένα άστεγος, τα πόδια του οποίου είναι γεμάτα πληγές. Ο ίδιος τα τυλίγει με πανιά, ενώ οι λιγοστοί κάτοικοι της περιοχής τού κατεβάζουν φαγητό και κουβέρτες. Σύλλογος της περιοχής ζήτησε τη συνδρομή του υπουργείου Υγείας για αυτούς τους ανθρώπους, πολλοί εκ των οποίων έχουν ασθένειες και καμία δυνατότητα να τις θεραπεύσουν. Το υπουργείο (επί του κ. Δ. Αβραμόπουλου) τους απάντησε με μια καθησυχαστική επιστολή και δεν έγινε τίποτε απολύτως. Στο μεταξύ, τα φρεάτια της περιοχής είναι βουλωμένα και τα ποντίκια κυκλοφορούν ευρέως. Τα ίδια συμβαίνουν και στην πλατεία Κλαυθμώνος, όπου δεκάδες άστεγοι έχουν βρει καταφύγιο στο πάρκο και κάτω από τα δέντρα. Η δυσοσμία από τα ούρα και τα κόπρανα προδίδει και τη σκληρή πραγματικότητα που επικρατεί κάτω από την πλατεία Κοραή.